25 Δεκεμβρίου 2008

Μια φορά και έναν καιρό..




-Μημήτη..πθιτ
-Μμμμ, τι; τι έγινε;
-Θήκω, κάτι άκουθα
-Μμμμ..
-Μήμητηηη;
-Ωχουυυ, εσύ και οι φαντασίες σου, στο είπα να μην φας πολλά γλυκά; να τώρα, δεν μπορείς να κοιμηθείς
-Μα κάτι άκουθα, αλήθεια
-Πήγαινε να κοιμηθείς και άσε με..

Μέρες τώρα περίμενε η Μαρία τον Άγιο Βασίλη, ήξερε τι θα του ζητήσει, είχε γράψει και γράμμα με την βοήθεια της μητέρας της μια και η ίδια είναι μικρή ακόμη και δεν έχει μάθει.
Του ζήτησε να της φέρει τα δύο δοντάκια της που πήρε η νεράιδα και μια καινούρια κούκλα, αλλά επειδή δεν ήξερε αν θα το είχε λάβει τα είχε μάθει απ’ έξω να του τα πει.
Ήθελε και να του εξηγήσει ότι ήταν καλό κορίτσι, ότι δεν έφταιγε εκείνη που έσπασε το αυτοκινητάκι του Δημήτρη,
«Εκείνος έφταιγε που με έσπρωξε και έπεσα πάνω του, δεν το ήθελα, αλήθεια», έτσι είχε πει στην μητέρα της να του γράψει...
Και να που έφτασε παραμονή Χριστουγέννων, της είπαν πως θα έρθει και χάρηκε πολύ.. Προσπάθησε σαν καλό κορίτσι, όπως της είπαν, να κοιμηθεί από νωρίς για να έρθει, αλλά δεν την πιάνει ύπνος, θέλει να τον δει και φοβάται να πάει μόνη της..
Στις μύτες των ποδιών της για να φτάσει, τραβά τα σκεπάσματα που με πείσμα προσπαθεί ο Δημήτρης να κρατήσει..θέλει να της κάνει παρέα, μα εκείνος δεν πιστεύει.
Της το είπε όταν του έσπασε το αυτοκινητάκι ότι δεν υπάρχει, και ότι τα δώρα τα φέρνει ο μπαμπάς με την μαμά.
Έκλαψε τότε, μα δεν τον πίστεψε..
Ήταν σίγουρη..
Θα έρθει..

-Θα ‘λθει, πλέπει, θήκω.. Όπου να ‘ναι θα ‘λθει!
-Μαρία στο ξαναείπα, δεν θα έρθει, ΔΕΝ υπάρχει
-Λεθ πθέμματα
-Ωχουυυυυυ, άσε με να κοιμηθώ επιτέλους
-Μα θα έλθει
-Όχι ΔΕΝ θα έρθει, κατάλαβε το, παραμύθια είναι
-Όχιιι, υπάλχει, του έγλαπθα γλάμμα, θα έλθει
-Εεε, κάτσε και περίμενε τον
-Καλά, και εγώ θα πάω μόνη μου..

Πήρε την κουβέρτα και τον αρκούδο της, και αφού ο Δημήτρης δεν ήθελε να πάει μαζί της, πήρε την απόφαση, και σιγά σιγά άνοιξε την πόρτα..
Με δειλά βήματα κατέβηκε σιγά σιγά τα σκαλιά και πήγε στο σαλόνι...
Είχε τόση λαχτάρα να τον δει..
Ξάπλωσε εκεί, κοίταζε το δέντρο, πόσο όμορφο είναι με τα στολίδια..
Χάζευε τα φώτα που αναβόσβηναν ρυθμικά, και η μελωδία τόσο όμορφη, την νανούριζε..

Το άλλο πρωϊ την βρήκαν να κοιμάται μπροστά στο τζάκι, πλάι στο δέντρο με τον αρκούδο της αγκαλιά, δίπλα στα δώρα..

-Λοιπόν; Τον είδες;
Την ρώτησε ο Δημήτρης και τα μάτια της άστραψαν από χαρά...

22 Δεκεμβρίου 2008

Αναγέννηση




Με κύκλωσαν οι φλόγες που ξεχύνονται ολόγυρα.
Φλέγεται το κορμί μα η ζωή μου σβήνει.
Χάνω λίγο λίγο την μορφή,
δεν ξεχωρίζουν πια χαρακτηριστικά.
Από τα σπλάχνα βγαίνει ένας αχνός
σαν κραυγή βουβή, σαν ανάσα τελευταία,
ξεπνέει, χάνεται μέσα στον καπνό.
Τα μάτια ανοίγω πιο πολύ,
το φως θέλω να δω που με τυλίγει.
Στα χέρια σφίγγω την καρδιά,
όχι για να την προστατέψω,
μάταιος ο κόπος έτσι και αλλιώς,
μα για να την νοιώσω λίγο ακόμη
προτού η θέρμη καλύψει και αυτή.
Θα σβήσω σε λίγο, και ότι ήμουν θα χαθεί.
Μα μέσα από τις στάχτες μου θα ξαναγεννηθώ
αλλιώτικη, καλύτερη και πιο δυνατή,
σαν άλλος φοίνικας και εγώ.
Και αφού την πρώτη μου ανάσα πάρω,
θα τινάξω τα φτερά μου,
έτοιμη και πάλι να πετάξω..

12 Δεκεμβρίου 2008

Χορεύοντας στην βροχή



Χέρια ανοιχτά, καμία σκέψη στο μυαλό..
Παλάμες και πρόσωπο στον ουρανό στραμμένα ..
Σταγόνες βροχής μπερδεύονται με τα δάκρυα μου..
Κυλούν στο μάγουλο, χαϊδεύουν τα μαλλιά μου..
Στάζουν σαν βάλσαμο στην ψυχή και την καρδιά..
Ξεπλένουν κάθε πόνο..
Σε κάθε κύτταρο νοιώθω τις στάλες..
Νερώνουν την οργή..
Και καθάρια από κάθε οδύνη, αφήνομαι..
Με το ρυθμό της αρμονικά λικνίζομαι..


Να μην τελειώσει ποτέ, η ευχή και παράκληση..

6 Δεκεμβρίου 2008

Από καρδιάς




Ζωή σε γκρίζο φόντο, υποψίες που υπονοούν πολλά.
Μια άρνηση και μια κρυφή ελπίδα.
Για όσα ειπώθηκαν χωρίς να θέλει, όσα έγιναν χωρίς να συμφωνεί.
Για όσα επιθυμεί.
Για μια φωνή που δεν έβγαινε, έναν αναστεναγμό που πονούσε.
Την ανακούφιση.
Στέρεψε από δάκρυα και η καρδιά κουράστηκε να αιμοραγεί.
Θέλει να ζήσει.
Είναι καιρός να προχωρήσει.
Να αφήσει πίσω όσα πλήγωσαν, να βρει από κάπου να κρατηθεί.
Στο φως ζητάει να λουστεί, και την γαλήνη να νοιώσει.
Ένα χάδι να αγγίξει την ψυχή.
Ελπίζει σε μια ευκαιρία, στην άφεση αμαρτιών.
Θέλει να κλείσει τις πληγές, τον πόνο να διώξει.
Γυρεύει ξανά να ονειρευτεί.
Να λυτρωθεί.

2 Δεκεμβρίου 2008

Μνήμες





Σκοτάδι έπεσε, τα πάντα έκρυψε και μέσα στην απόλυτη ησυχία, μια βοή.
Μέσα στο απόλυτο τίποτα, το κάτι..
Μέσα στα χαλάσματα κρυμμένα σε σεντούκι κιτρινισμένα γράμματα σε φακέλους τσαλακωμένους, σκισμένους.
Μισοκατεστραμένα δισκάκια από βινύλιο και ένα χαλασμένο γραμμόφωνο, παραπεταμένα κάπου σε μια γωνία, καλυμμένα από σκόνη.
Ρούχα εποχής, κουρελιασμένα, και τα υφάσματα ξεθωριασμένα, κρεμασμένα σε ξεχαρβαλωμένη ντουλάπα.
Αυτά που έμοιαζαν να έχουν λησμονηθεί ξανάρχονται στο νου.
Νεύματα, εκφράσεις, λόγια και εικόνες. Παίρνουν μορφή και υπόσταση, ζητούν την προσοχή.
Ένα αίσθημα πλημμυρίζει την ψυχή.
Δεν είναι πόνος, δεν είναι απόγνωση.
Ένα σφίξιμο στην καρδιά για όλα εκείνα που ανάξια, τότε που θεωρήθηκαν, πέρασαν προσοχής.
Όλα εκείνα που δεν τιμήθηκαν, που δεν είχαν υποστήριξη, που έμειναν στην λήθη.
Μνήμες από το παρελθόν φερμένες.
Φιλμάκια μιας άλλης εποχής σε ασπρόμαυρο φόντο...